20/3/24

Μουσικό καύσιμο 2024: μέρος πρώτον


Ορίστε μία λίστα στο… αμαρτωλό αλλά χρήσιμο Spotify, αποτελούμενη από tracks που κυκλοφόρησαν το πρώτο τρίμηνο του 2024 ήτοι από τον Γενάρη ως τα τέλη Μαρτίου. Η λίστα καλύπτει τη λεγόμενη leftfield electronica, ειδικότερα τις κατευθύνσεις του downtempo και του chill out, του dark disco και του balearic, καθώς και του organic και deep house. Τα κομμάτια έχουν ιεραρχηθεί έτσι, ώστε να δημιουργείται μία αφήγηση από τη μειλιχιότητα σε έναν υποφωτισμενο χορό.


Όλα τα tracks που εμπεριέχονται στην Spotify playlist έχουν επιλεχθεί με προσοχή από τον σελέκτορα, αλλά ιδιαίτερης μνείας αξίζουν τα κάτωθι: 

Ο ή η Ciao Ciao Marigold έχει ντύσει την τέχνη του/ της με μια ξεχωριστή γοητεία: με μότο τη φράση “if Princess Mononoke took edibles” και ως εικόνα ένα νοσταλγικό ξέχρωμο anime, παρουσιάζει lofi instrumental hip hop, το οποίο δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας, αλλά έχει μια τρομερά όμορφη παραγωγή, γεμάτη χαρμολυπη. Τελευταίο του/της EP το Fouquieria Splendens, τα tracks του οποίου έχουν πάρει τους τίτλους τους από τις επιστημονικές λατινικές ονομασίες φυτών. 

Άκουσα το νέο άλμπουμ του Four Tet, με τίτλο Three, μιάμιση φορά... Δεν με ενθουσίασε, επειδή ο κ. Kieran αφήνει τα ριψοκίνδυνα και αβέβαια, μα συχνά επιτυχημένα πειράματα του, για να επαναπαυτεί σε έναν γνώριμο ήχο, ήρεμο μα και γκρουβατο. Το αποτέλεσμα; Κάποια tracks αξιόλογα, κάποια πληκτικά. Το επιλεγόμενο "Three Drums" σίγουρα ανήκει στην πρώτη κατηγορία.

Ούτε το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ, Chorus, των Αυστραλών Midlife με ενθουσίασε. Αναμφίβολα το ντεμπούτο τους είναι ένας δίσκος αναφορας, καθώς εκεί συνδυαζουν με έναν μοναδικό τρόπο το prog rock με τη disco. Αλλά, στο τρίτο τους ολοκληρωμένο δισκογραφικό πόνημα εμπιστεύονται υπέρ το δέον την jazz-funk αυτοσχεδιαστική τους δεινότητα, με συνέπεια να υστερούν σε συνθέσεις. Επίσης, το υπερβολικο βάρος που δίνεται στα ρετρό σύνθια προσωπικα με κούρασε. Θα ήθελα κάτι πιο φυσικό και οργανικό ηχητικά. Ωστόσο κάποια υπέροχα κομμάτια εντοπίζουμε, όπως το ομώνυμο "Chorus".

Ο Jon Kennedy, παλιά καραβάνα στον χώρο του trip hop, με το νέο του άλμπουμ My Technology, δείχνει ότι το αυτό το στιλ, που πολλές και πολλοί έχουν συνδέσει αποκλειστικά με τα 90s, ακόμα να παρουσιάζει ενδιαφέροντα δείγματα. Βέβαια η αλήθεια είναι πως έχουμε να κάνουμε με μια δισκογραφική δουλειά που δεν ενθουσιάζει σε όλη της τη διάρκεια… 

Αντιθέτως, το δεύτερο full length του Σικελού Galathea, Sacred Love, έχει κερδίσει την ανεπιφύλακτη εκτίμηση μου, μετά βέβαια από 4-5 ακροάσεις. Έχουμε να κανουμε με downtempo, nu jazz και deep house βαπτισμένα ως και τη φτέρνα στον πλούτο της αφρικανικής μουσικής. Ένα μαζί αιθέριο και ρυθμικό άλμπουμ, ιδιαίτερα προσεγμένο, με τη δομή ενός γεωγραφικού μα και εσωτερικού ταξιδιου.

Τον Luca Musto τον ανακάλυψα πρόσφατα μέσω του concept άλμπουμ του Good Place, Bad Intentions του 2021, όπου συνδύαζε με χιούμορ, έμπνευση, αλλά και στοχασμό midtempo house, trip hop και blues rock! Στη εν λόγω συνεργασία του με τον Child May συνεχίζει σε αυτή τη γραμμή και μας προθερμαίνει για το δεύτερο full length άλμπουμ του. 


Μια πολύ δυνατή ανακάλυψη που έκανα, ψάχνοντας για φετινά άλμπουμ στο Spotify ήταν το Ether Ghost του Γερμανού Block Barley. Διαβάζω πως πρόκειται για το δεύτερο ολοκληρωμένο άλμπουμ: ένα ενδιαφέρον πάντρεμα ανάμεσα σε trip hop, screw hip hop (σύμφωνα με τις διδαχές του μεγάλου DJ Screw) και darkwave. Το αποτέλεσμα ιδιαίτερα μελωδικό, μα και πολύ στοιχειωμένο… το λες και witchhouse νέας γενιάς!


Μόνο και μόνο που οι Ulver, που  πρωτοστάτησαν μέσα στα περίεργα χρόνια του νορβηγικού black metal και έχουν αλλάξει τόσες φορές και τόσο δραματικά τον ήχο τους, εμπεριέχονται εν έτει 2024 σε μια λίστα με leftfield electronica λέει πολλά. Στο εξώφυλλο του single μια φωτογραφία από την εμπόλεμη Παλαιστίνη, ενώ οι αυτοαναφορικοί στίχοι ξορκίζουν για ακόμη μια φορά την πολιτικοκοινωνική ανισορροπία -ουσιαστικά το εγκόσμιο κακό- και επικαλούνται τη βαθιά ανθρωπιά μας: 

Wolves wrote this, recorded this
And today is Monday, June 21

The days are numbered
And so are words
We repeat the same old words

Το τραγούδι "Ghost Entry" συνοδεύεται και από ένα αλλόκοτο κι ωραίο remix των Autechre. Αλλά, προτιμήθηκε το original. 

Έχω ξαναγράψει ότι η σχετικά νέα τάση του λεγόμενου organic ή ethnohouse συχνά οδηγεί σε μουσικές αμφίβολης καλλιτεχνικής ποιότητας. Ωστόσο ο Ρώσος Rapossa στο νέο του single, "Lakshmi", πλάθει ένα ήχο λιτό και- θα έλεγα- επικό και λυρικό μαζί, με ελαφριά πατήματα από την Ανατολή. Το κομμάτι ανήκει στη συλλογή Awaken Hearts Vol. 1, όπως και το εξίσου αξιόλογο "Warung Warrior" του Dr. Parnassus που επίσης εμπεριέχεται στη λίστα. 


Οι Σουηδοί Fontän στο παρελθόν μας έχουν συγκινήσει εντόνως και πολλάκις. Στο φετινό τους single "Serpentines" εμπνέονται από το ταξίδι τους στο Μπουτάν. Μινιμαλιστικό, αρχέγονο μα και εκλεπτυσμένο ηλεκτρονικό psych rock, όπως μόνο το ντουέτο των Jesper Harold και Johan Melin ξέρει εδώ και χρόνια να προσφέρει. 

Το περσινό ντεμπουτο του Αθηναϊκού πειραματικού τζαζ τρίο Mob έκανε μεν θραύση, αλλά κάπως με κούρασε η εγκεφαλικοτητα και η λίγο με το ζόρι προσπάθεια για μουσική αντισυμβατικότητα. Αλλά, είναι μεγάλη τιμή ότι ολοκληρος James Lavelle ήδη ρεμίξαρε ένα κομμάτι τους και μάλιστα ετοιμάζει ολόκληρο άλμπουμ με remixes τους. Λοιπόν, φαντασιώνομαι να παίζω το Unkle remix του  "5055" σε ένα underground κλαμπάκι με κόσμο που να γουστάρει τα αργά μα γεμάτα πάθος αστικά beats. Μάλλον ευσεβείς πόθοι, ειδικά στον Βόλο…

Όχι ότι η συνεργασία του Moby με το νέο αστέρι της techno Anfisa Letyago είναι κάτι το ιδιαίτερο, αλλά… γίνεται να μην αναφέρουμε τον φαλακρό Αμερικάνο φίλο μας με την τόσο σημαντική καλλιτεχνική παρακαταθήκη; Η εκδοχή των Girls of the Internet μας δίνει ένα ρομαντικό chill / deep house άσμα. 

Ο Καναδός lazy deejay στο ντεμπούτο ep του πατάει με το ένα πόδι στην πλούσια deep house σκια των 90s και με το άλλο στο λεγόμενο στιλ του lofi house, που κατά τ’ άλλα έχει σχεδόν σβήσει, όπως πολλά από τα ιντερνετικά κινήματα της ηλεκτρονικής μουσικής, βλ. witch house, που προαναφέραμε. 

Αγαπάμε τον Fort Romeau, εν μέρει επειδή φτιάχνει άλμπουμ όπως το Romantic Gestures, στο οποίο συλλέγει με ταπεινότητα, έμπνευση και κυρίως σωστή DJ αντίληψη κομμάτια προορισμένα για μεταμεσονύκτια και μισοφωτισμένα dancefloors: τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. 


Το άλμπουμ Motherless Father (Brownswood Recordings) του DJ, παραγωγού και μουσικού Lefto Early Bird μπορεί να μην έχει, κατά τη γνώμη μου, ούτε έναν τόσο ωραίο τίτλο, ούτε ένα όμορφο εξώφυλλο, αλλά προς το παρόν αποτελεί το αγαπημένο μου full-length για το 2024. Σκοτεινό και ατμοσφαιρικό tech house με ισχυρές δόσεις από την bass παράδοση αλλά και από τη νέα jazz της Μεγάλης Βρετανίας, καθώς και διαποτισμένο με υψηλή μελωδική αντίληψη και με μια κινηματογραφική ευαισθησία, χαρακτηριστικά που αφήνουν χαραμάδες φωτός. Με κάτι τέτοια άλμπουμ η εναλλακτική χορευτική ηλεκτρονική μουσική πάει μπροστά. Θα επανέλθουμε. 

Η λίστα μας κλείνει με το υπέροχο τραγούδι "Empty and Silent" των Mount Kimbie, με τα ανεπανάληπτα φωνητικά του King Krule. Ένας motorik ρυθμός συνοδεύει ambient ηχοτοπία και post-punk κιθάρες σε ένα πραγματικό ποίημα αφιερωμένο στη δύσκολη αισιοδοξία μας.


Πιστεύω πως θα βρω χρόνο να επανέλθω μετά από 3-4 μήνες με μια νέα λίστα με φρέσκες μουσικές κυκλοφορίες, συνοδευόμενες από το απαραίτητο αρθράκι. 

εικόνα: Pawel Kuczynski

5/3/24

Γιατί black metal; Για το "αγγελικό και μαύρο φως"...


Θυμάμαι, όταν ήμουν έφηβος στο β' μισό των 90s και είχα μπει με τα μπούνια στον χώρο του prog metal, με μπάντες όπως οι Dream Theater, οι Fates Warning, οι Conception κλπ., το black metal επίσης ήταν πολύ διάσημο στους “μεταλλάδικους” κύκλους του Βόλου, αλλά εμείς, που αυτοπροσδιοριζόμασταν ως “προγκρεσιβάδες”, το αντιμετωπίζαμε ως απλοϊκό και επιφανειακό. Παράλληλα, τα διαβάσματα μου τότε, ο H. P. Lovecraft και ο κύκλος των weirdos του, αντί να με ωθεί στα σατανικά μαύρα μέταλλα, με απομάκρυνε, επειδή σκεφτόμουν ότι η ελιτίστικη και υπαινιχτική αντίληψή του για τον τρόμο και το δαιμονικό δεν ταίριαζε με το corpsepaint και το κάψιμο των εκκλησιών. Ωστόσο, από τότε κάτι απροσδιόριστο με έλκυε στο black metal, αλλά και κάτι με φόβιζε σε αυτό - τώρα μπορώ να το ομολογήσω δίχως δισταγμό: η εισχώρηση σε έναν κόσμο γοητευτικό μα πολύ σκοτεινό και βίαιο. 

Οι άνεμοι του χρόνου πέρασαν πάνω από εκείνα τα αραχνιασμένα και δοξασμένα εφηβικά έτη, ορμητικό, γάργαρο και πολυποίκιλο νερό μπήκε στο αυλάκι του μουσικού μου γούστου και άκουσα πολλά είδη και ύφη, χωρίς να κατορθώσω να γίνω ειδικός σε κανένα! Και να τώρα που, αφού έχω καβαλήσει (εδώ και 3-4 χρόνια) τα 40, οδεύοντας στο οικείο και στο άγνωστο μαζί, ξανακούω -βασικά, ακούω για πρώτη φορά πιο οργανωμένα- black metal! Από τότε που το 2024 μας καλωσόρισε, πιάνω τον εαυτό μου να απολαμβάνει black metal άλμπουμ, τόσο τα κλασικά του λεγόμενου “second wave”, όσο και πιο ύστερα, το βράδυ πριν κοιμηθώ στα ακουστικά, αλλά και το πρωί, αφού έχω πάει τον γιο μου στον παιδικό σταθμό, και πίνω ήσυχα τον καφέ μου στο σπίτι. Καταπιάνομαι με σατανιστές, εγκληματίες, σχιζοφρενείς ή, απλά, κομπλεξικούς -αυτά μέσα μου τα συγχωρώ και τα αποδέχομαι- αλλά και υπερεθνικιστές, των οποίων η τέχνη με κάνει να μπω αλλόκοτα στην αντίληψη του οπωσδήποτε αρρωστημένου σωβινισμού τους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους Drudkh. Καθαρά φασιστικό (national socialist) black metal, βέβαια, δεν αντέχω. Ωστόσο, μέσα σε αυτόν τον συρφετό βρίσκω και μπάντες με τις οποίες συμπλέω πολιτικά, και κυρίως συνομιλώ με ανθρώπους που έχουν σημαδέψει τη σύγχρονη τέχνη της μουσικής, ανεξαρτήτως ειδολογικής κατεύθυνσης, όπως ο κύριος Kristoffer Rygg.

Γιατί, λοιπόν, black metal; Συζητώντας με τον κολλητό μου φίλο, κουμπάρο και… παλαιό μύστη του είδους, που τελευταία επίσης το έχει ξαναθυμηθεί, έφτασα στο συμπέρασμα πως το black metal με κάνει να νοσταλγώ τα εφηβικά και τα πρώτα νεανικά μου χρόνια, με έναν τρόπο συγκινητικό, μα και ειρωνικό, κοντολογίς δημιουργικό, με μια “reflective nostalgia”, όπως γράφει η θεά Svetlana Boym. Η μελαγχολία, η απαισιοδοξία, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, μα και το θαύμα της ύπαρξης μια ηλιόλουστη ανοιξιάτικη μέρα στη Μεσόγειο, τα μοναδικά βιώματα της παρέας των μικρών κι αιώνιων φίλων μα και οι μοναχικές στιγμές της μυθολογίας Κθούλου, του Έπους της Γαιοθάλασσας και των θρίλερ του Alfred Hitchcock. Ακούγοντας black metal αναστοχάζομαι όλα αυτά, ανακαλύπτω ξανά ποιος είμαι και προσπαθώ να δω προς τα που οδεύω, καταφάσκω σε αυτή την μαζί σκοτεινή και φωτεινή ζωή, στο “αγγελικό και μαύρο φως”, όπως έχει γράψει και ένας άλλος παχουλός, διοπτροφόρος και ιδιοφυής κύριος που σφράγισε τη νεότητά μου.